Je suis τερλικοπλέχτρα...
Ετσι όπως μπαίνει ύπουλα και σπρωχτά η φετινή άνοιξη, ένας κλαυσίγελος θερμοκρασιακής έξαρσης ήρθε να σπάσει τα θερμόμετρα: είναι δυνατό να...
πωλούνται άνευ τυπικής ενάρξεως επαγγέλματος, ταμειακής μηχανής και σχετικής αδείας τερλίκια, την ώρα που το σύμπαν ζεσταίνεται σιγά σιγά;
Και ψυγείο σε Εσκιμώους μπορείς να πουλήσεις βέβαια υπό προϋποθέσεις αλλά ας επικεντρώσουμε λίγο παραπάνω στους τρεις βασικούς ήρωες της ιστορίας.
Πρώτα η πωλήτρια: μια 90χρονη Ποντία άνευ σύνταξης, που εκθέτει προς πώληση μικροποσότητα τερλικίων σ’ ένα απόμερο σημείο μιας λαϊκής στη Θεσσαλονίκη, που τα έπλεξε με τα χεράκια της. Όχι, η 90χρονη δεν έπλεκε για θεραπευτικούς λόγους, όπως κάποτε η δικιά μου, συνομήλική της, γιαγιά, που μου ‘λεγε «πλέκω, για να κρατάω το μυαλό μου» (μέχρι και δικά της σχέδια για ενήλικες –«πατουσάκια» τα ‘λεγε—έφθασε να κάνει…).
Εδώ και τα δυο, τρία ευρώ είναι πολύτιμα, εδώ υπάρχει απελπιστική στέρηση, εδώ είναι το δράμα ατόφιο, ειδικά αν έχεις γνωρίσει ομογενείς υπερήλικες από την πρώην Σοβιετική Ένωση, που στερήθηκαν στα μνημονιακά χρόνια τα ελάχιστα από μια πατρίδα-απωθημένο.
Μετά είναι τα θεσμικά όργανα: υπήρξε κλήση και πιθανόν καταγγελία στην Υπηρεσία και έπρεπε η Αστυνομία να επιβάλλει τη διασαλευθείσα τάξη και ασφάλεια.
Ο ελιγμός, η συνεννόηση και το πνεύμα καταλλαγής μάλλον δεν περιλαμβάνονται στα προγράμματα εκπαίδευσης των αστυνομικών κι είναι μην πάρει μπρος το ανίκητο γρανάζι της γραφειοκρατίας και της ευθυνοφοβίας. Για ένα 12ωρο η γερόντισσα υπέστη τα νόμιμα κατά το άσπλαχνο γράμμα του Νόμου.
Και τέλος είναι ο καταγγέλλων: Ποιος είδε την επιχειρηματικότητά του και δε φοβήθηκε… Διότι -άτιμε ανταγωνισμέ- μπορεί ο επίσης πωλητής λαϊκής να εμπορευόταν ισοθερμικές και ντιζαϊνάτες κάλτσες, ουάου ξεκουραστικές και ομορφογαμποποιητικές, με νήμα ειδικό νανοτεχνολογικό και να του χαλούσε την πιάτσα η παρα-εμπορευόμενη υπερήλικας τερλικοπλέχτρα. Πώς να αντέξει το εξ Ανατολών μη νόμιμο χειροποίητο μπρος στη νανοτεχνολογία και στη γενική νανότητα; Στη θέα της γερόντισσας, της καταφανούς ενσάρκωσης του παραεμπορίου, κατάφερε το χέρι του ανταγωνιστή και σχημάτισε τον αριθμό της Αστυνομίας!
Ο Δήμος Σταρένιος ή ο Αρτέμης Μάτσας, ως αρχετυπικοί χαρακτήρες ασπρόμαυρης δραματικής ελληνικής ταινίας, μάλλον έχουν βαθιά εγγράψει ανεπιστρεπτί στο συλλογικό μας υπόβαθρο. Η κατσίκα (που σιγά μην ήταν κατσίκα, ούτε η ουρά της δεν ήταν) του γείτονα είναι πάντα ένας εύκολος στόχος και το πάθος του «ρούφι» εκτονώνεται πάντα χωρίς δεύτερη σκέψη και μονορούφι. Υπουλα και σπρωχτά μπαίνει η φετινή άνοιξη.
Σιγά σιγά το σύμπαν ζεσταίνεται και πώς να πουλήσεις πια χειροποίητα 90χρονα τερλίκια στη λαϊκή; Πού να βρεθούν αγοραστές; Μια καλή ιδέα για την στωϊκή γερόντισσα είναι ν’ αφήσει τα τερλίκια και να ξεκινήσει να πλέκει πλεχτές μαύρες κουκούλες… Κάτι μου λέει πως ανεξαρτήτως εποχής θα ‘χει μεγάλη ζήτηση...
Στάθης Παχίδης
πωλούνται άνευ τυπικής ενάρξεως επαγγέλματος, ταμειακής μηχανής και σχετικής αδείας τερλίκια, την ώρα που το σύμπαν ζεσταίνεται σιγά σιγά;
Και ψυγείο σε Εσκιμώους μπορείς να πουλήσεις βέβαια υπό προϋποθέσεις αλλά ας επικεντρώσουμε λίγο παραπάνω στους τρεις βασικούς ήρωες της ιστορίας.
Πρώτα η πωλήτρια: μια 90χρονη Ποντία άνευ σύνταξης, που εκθέτει προς πώληση μικροποσότητα τερλικίων σ’ ένα απόμερο σημείο μιας λαϊκής στη Θεσσαλονίκη, που τα έπλεξε με τα χεράκια της. Όχι, η 90χρονη δεν έπλεκε για θεραπευτικούς λόγους, όπως κάποτε η δικιά μου, συνομήλική της, γιαγιά, που μου ‘λεγε «πλέκω, για να κρατάω το μυαλό μου» (μέχρι και δικά της σχέδια για ενήλικες –«πατουσάκια» τα ‘λεγε—έφθασε να κάνει…).
Εδώ και τα δυο, τρία ευρώ είναι πολύτιμα, εδώ υπάρχει απελπιστική στέρηση, εδώ είναι το δράμα ατόφιο, ειδικά αν έχεις γνωρίσει ομογενείς υπερήλικες από την πρώην Σοβιετική Ένωση, που στερήθηκαν στα μνημονιακά χρόνια τα ελάχιστα από μια πατρίδα-απωθημένο.
Μετά είναι τα θεσμικά όργανα: υπήρξε κλήση και πιθανόν καταγγελία στην Υπηρεσία και έπρεπε η Αστυνομία να επιβάλλει τη διασαλευθείσα τάξη και ασφάλεια.
Ο ελιγμός, η συνεννόηση και το πνεύμα καταλλαγής μάλλον δεν περιλαμβάνονται στα προγράμματα εκπαίδευσης των αστυνομικών κι είναι μην πάρει μπρος το ανίκητο γρανάζι της γραφειοκρατίας και της ευθυνοφοβίας. Για ένα 12ωρο η γερόντισσα υπέστη τα νόμιμα κατά το άσπλαχνο γράμμα του Νόμου.
Και τέλος είναι ο καταγγέλλων: Ποιος είδε την επιχειρηματικότητά του και δε φοβήθηκε… Διότι -άτιμε ανταγωνισμέ- μπορεί ο επίσης πωλητής λαϊκής να εμπορευόταν ισοθερμικές και ντιζαϊνάτες κάλτσες, ουάου ξεκουραστικές και ομορφογαμποποιητικές, με νήμα ειδικό νανοτεχνολογικό και να του χαλούσε την πιάτσα η παρα-εμπορευόμενη υπερήλικας τερλικοπλέχτρα. Πώς να αντέξει το εξ Ανατολών μη νόμιμο χειροποίητο μπρος στη νανοτεχνολογία και στη γενική νανότητα; Στη θέα της γερόντισσας, της καταφανούς ενσάρκωσης του παραεμπορίου, κατάφερε το χέρι του ανταγωνιστή και σχημάτισε τον αριθμό της Αστυνομίας!
Ο Δήμος Σταρένιος ή ο Αρτέμης Μάτσας, ως αρχετυπικοί χαρακτήρες ασπρόμαυρης δραματικής ελληνικής ταινίας, μάλλον έχουν βαθιά εγγράψει ανεπιστρεπτί στο συλλογικό μας υπόβαθρο. Η κατσίκα (που σιγά μην ήταν κατσίκα, ούτε η ουρά της δεν ήταν) του γείτονα είναι πάντα ένας εύκολος στόχος και το πάθος του «ρούφι» εκτονώνεται πάντα χωρίς δεύτερη σκέψη και μονορούφι. Υπουλα και σπρωχτά μπαίνει η φετινή άνοιξη.
Σιγά σιγά το σύμπαν ζεσταίνεται και πώς να πουλήσεις πια χειροποίητα 90χρονα τερλίκια στη λαϊκή; Πού να βρεθούν αγοραστές; Μια καλή ιδέα για την στωϊκή γερόντισσα είναι ν’ αφήσει τα τερλίκια και να ξεκινήσει να πλέκει πλεχτές μαύρες κουκούλες… Κάτι μου λέει πως ανεξαρτήτως εποχής θα ‘χει μεγάλη ζήτηση...
Στάθης Παχίδης